Δόμηση και αρχιτεκτονική των οικισμών στη Δυτική Φθιώτιδα

2014-06-19 17:41

Η μορφολογία του εδάφους, η κοινωνικοικονομική κατάσταση και η ιστορική πορεία των χωριών μας στο πέρασμα των αιώνων, είχαν άμεση επίδραση στη δόμηση της περιοχής μας. Μια σύντομη αναδρομή στην οικιστική δραστηριότητα των κατοίκων των χωριών μας, είναι οι γραμμές που ακολουθούν. Θα προσπαθήσουμε να παρουσιάσουμε  σε γενικές γραμμές, τη λαϊκή τεχνική και αρχιτεκτονική των κτισμάτων και τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν, από λαογραφικής κυρίως άποψης. Τα στοιχεία αντλήθηκαν κυρίως από μια αξιόλογη εργασία της περιβαλλοντικής ομάδας του Ενιαίου Λυκείου Σπερχειάδας του σχ. έτους 2000-01 με τον τίτλο «Δόμηση και περιβάλλον στη Δυτική Φθιώτιδα», καθώς επίσης και από μια ανάλογη έρευνα του συμπολίτη μας Νίκου Κύρκου, εργοδηγού, σχεδιαστή στο Ε.Μ.Π.

  

Πολύ λίγα πράγματα γνωρίζουμε για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες άρχισαν να σχηματίζονται οι σημερινοί οικισμοί. Λογικά οι αρχικοί πυρήνες πρέπει να ήταν πρόχειροι αγροτικοί ή κτηνοτροφικοί οικισμοί, κολιγικές κατοικίες, προσφυγικοί καταυλισμοί κ.ά. Επιλέχτηκαν γενικά υπήνεμες, προσηλιακές και χωρίς υγρασία περιοχές, με τρεχούμενα νερά και με δυνατότητα ύπαρξης καλλιεργησίμων, λιβαδικών και δασικών κοντινών περιοχών. Για τη στέγαση χρησιμοποιήθηκαν πρόχειρα καλύβια (κονάκια) και άλλες απλές κατασκευές, όπως «ταράτσες» με σκεπή από καλά πατημένο χώμα. Χρησιμοποιήθηκαν σχεδόν ακατέργαστα υλικά που υπήρχαν σε κάθε τόπο: πέτρες, χώμα (πλίνθοι), ξύλα, καλάμια, σπάρτα.

 

Με την πάροδο των χρόνων, η οικονομική άνθιση της περιοχής είχε σαν αποτέλεσμα τη μετατροπή πολλών πρόχειρων οικισμών σε μόνιμους, χωρίς να διαταράσσεται η χωροταξική κατανομή των πρόχειρων ή παλαιότερων οικισμών. Οι μεγαλοκτηματίες και οι μεγαλέμποροι της περιοχής οικοδομούσαν αρχοντικά (ελάχιστα σώζονται σήμερα),  οι υπόλοιποι απλές κατοικίες και για να κυριολεκτούμε χώρους πολλαπλών χρήσεων. Δείγμα εκείνης της αρχιτεκτονικής  συναντάμε σήμερα σε παλιές εκκλησίες, καμπαναριά, γέφυρες και βρύσες. Χαρακτηριστικό γνώρισμα η χρήση ντόπιων υλικών και μια ιδιότυπη ανακύκλωσή τους. Ξαναχρησιμοποιούνται πέτρες κατεργασμένες ή ακατέργαστες, πλίνθοι, ξύλα, μέταλλα, κεραμίδια, τσίγκοι για τη στέγη, πλάκες (πέτρινες) για τη στέγη και το δάπεδο. Άλλο χαρακτηριστικό γνώρισμα η είσοδος από Ανατολή και τα περισσότερα ανοίγματα( παράθυρα) από το Νότο.

 

Τα περισσότερα σπίτια της περιοχής είναι απλά. Χτισμένα με πέτρα ή πλίνθους, με τετράριχτη στέγη, μονώροφα και σπάνια διώροφα με εξωτερική σκάλα. Συνήθως το μισό ή και ολόκληρο το σπίτι έχει υπόγειο ή ημιυπόγειο (κατώι) που χρησιμοποιείται ως αποθηκευτικός χώρος. Στα διώροφα το ισόγειο χρησιμοποιείται σαν αποθηκευτικός χώρος, κουζίνα ή και στάβλος και ο όροφος για την διαμονή των ανθρώπων. Κατά κανόνα έχει είσοδο- χωλ, δύο ή τρία δωμάτια, τζάκι με μεγάλη «παραστιά», εξώστη και σκάλα πέτρινη ή ξύλινη. Οι βοηθητικοί χώροι βρίσκονται έξω από το σπίτι και σε κοντινή απόσταση, με εύκολη πρόσβαση. Σε ελάχιστες περιπτώσεις υπήρχαν, λόγω ανάγκης, μεσοτοιχίες. Μεταξύ των γειτονικών κατασκευών υπάρχει μικρού πλάτους διάδρομος, η λεγόμενη «αστρέχα», για τον κάποιο φυσικό φωτισμό των δωματίων και για να βρίσκουν διέξοδο τα νερά της βροχής. Οι ομοιότητες και συμμετρίες που παρουσιάζουν τα περισσότερα οικοδομικά στοιχεία (παράθυρα, πόρτες, κολόνες, γείσοι) στη μορφή και στη θέση τους στο κτίσμα οφείλεται κατά κύριο λόγο στην μεταδιδόμενη από γενιά σε γενιά εμπειρία των ντόπιων τεχνιτών και των διάφορων ξένων περιφερόμενων ομάδων κτιστών, π.χ. Ηπειρωτών. Σε κατακόρυφες αποστάσεις 1 έως 1,5 μ. τοποθετούνταν  οριζόντιοι ξυλόδεσμοι (ξυλοδεσιές), που ήταν συνήθως εμφανείς και ενίσχυαν την αντοχή του κτιρίου στους σεισμούς.

  

Τα εσωτερικά χωρίσματα των δωματίων γίνονταν με πλίνθους, τούβλα- μανταλίδια και «τσατμάδες». Αυτοί ήταν πηχάκια ή κλαδιά ή καλάμια τοποθετημένα οριζόντια πάνω σε κατακόρυφα δοκάρια (καδρόνια) και επιχρισμένα με λάσπη ανακατωμένη με άχυρα ή ασβεστοκονίαμα με γιδότριχες για αντοχή. Τα ταβάνια κατασκευάζονταν με σανίδες ή «μπαγλαντή», κατασκευή ανάλογη του τσατμά, αλλά οριζόντια. Στους τοίχους υπήρχαν μία ή περισσότερες εσοχές, οι «παραθύρες», για την τοποθέτηση της βαρέλας ή στάμνας ύδρευσης, υλικών και μπρικιών του καφέ και άλλων μικροαντικειμένων. Τα κουφώματα ήταν ξύλινα με απλά σανίδια και μικρά τζάμια. Υπήρχαν όμως και περίτεχνα, φτιαγμένα με μεράκι από τους μαραγκούς της περιοχής. Αρκετά παράθυρα διέθεταν δρύινα ή σφυρήλατα κάγκελα προστασίας. Τα δάπεδα καλύπτονταν με ξύλινα πατώματα (σανίδες), στο ισόγειο με πέτρινες πλάκες ή και χώμα καλά πατημένο.

 

Τα σπίτια δεν διέθεταν αποχέτευση και υδραυλική εγκατάσταση. Οι τουαλέτες ήταν σε κάποια απόσταση και χρησιμοποιούνταν στοιχειώδεις απορροφητικοί βόθροι. Σε συνέχεια του σπιτιού ή σε μικρή απόσταση υπήρχαν οι βοηθητικοί χώροι που χρησιμοποιούνταν ως στάβλοι και αποθήκες τροφών και ζωοτροφών. Σε αρκετές περιπτώσεις, στα διώροφα σπίτια, το ισόγειο χρησιμοποιούνταν ως αποθήκη ή και ακόμα ως στάβλος. Στις περισσότερες αυλές δεν έλλειπαν και οι φούρνοι.

  

Οι κατοικίες δεν ήσαν ομοιόμορφα κατανεμημένες μέσα στον οικισμό αλλά συγκεντρωμένες γύρω από ορισμένους πυρήνες( βρύσες, εκκλησίες, αρχοντικά). Έτσι σχηματίζονταν οι «μαχαλάδες» με το δικό τους όνομα και τη δική τους κοινωνική και οικονομική ζωή.

   

Ο πόλεμος, ο Εμφύλιος και η εγκατάλειψη των χωριών επέφερε μια στασιμότητα στη δόμηση της περιοχής. Η ζωή στα μεγάλα αστικά κέντρα, ο ερχομός του πολιτισμού και άλλες αιτίες έκαναν αυτούς που επέστρεψαν στα χωριά να δημιουργήσουν και εκεί περιβάλλον και συνθήκες ζωής, όπως στις μεγάλες πόλεις. Επικράτησε για ένα μεγάλο διάστημα η λογική του  «ότι είναι παλιό θεωρείται άχρηστο και ότι νέο καλό». Έτσι άρχισε η καταστροφή της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς και η αλλοίωση της μορφής των χωριών μας. Το μπετόν κυριαρχεί. Σπίτια πέτρινα, γερά και χωρίς προβλήματα στατικής επάρκειας κατεδαφίζονται και στη θέση τους στεριώνουν τσιμεντένια κουτιά. Στην καλύτερη περίπτωση ασβεστώνονται ή σοβατίζονται. Τα τζάκια καταστρέφονται, οι φούρνοι γκρεμίζονται, βρύσες λιθόκτιστες με πέτρινες κούπες μετατρέπονται σε τσιμεντένιες. Λιθόκτιστοι δρόμοι, μονοπάτια και αυλές (καλντερίμια) επικαλύπτονται με τσιμέντο, κεραμοσκεπές αντικαθίστανται με οριζόντιες πλάκες τσιμέντου. Νερόμυλοι καταστρέφονται. Τα κουφώματα γίνονται από αλουμίνιο και καλαίσθητες αυλόπορτες γκρεμίζονται για χάρη του αυτοκινήτου. Εργασίες συντήρησης και ανακαίνισης σε παραδοσιακά ιστορικά κτίσματα (σχολεία, εκκλησίες κ.ά.) επιτείνουν τον αισθητικό και βιολογικό βιασμό του περιβάλλοντος.

   

Τα τελευταία χρόνια το κακό αυτό έχει σταματήσει. Η πέτρα , η άμμος, το ξύλο, το κεραμίδι ξαναπαίρνουν τη θέση τους. Ο παραδοσιακός τρόπος δόμησης κερδίζει συνεχώς έδαφος. Παράλληλα όλο και περισσότερα παραδοσιακά γερά στατικά κτίσματα ανακαινίζονται και αναπαλαιώνονται, διατηρώντας την αρχική μορφή τους. Μπορεί η περιοχή μας να μην κράτησε το όποιο παραδοσιακό της χρώμα, όμως μπορούμε να περισώσουμε και να αποκαταστήσουμε ότι απόμεινε αλλά και εναρμονίσουμε τα νέα κτίσματα με το περιβάλλον και την κληρονομιά μας.

Αναζήτηση στο site